Tuesday, November 18, 2008

The Penelopiad

Πάντα αναρωτιέμαι αν γι αυτά που διαβάζω, που βλέπω, που ακούω υπάρχει κάποιος που τον αφορά η παρ-ανάγνωσή μου, η παρ-όραση, το παρ-άκουσμά μου και η απάντησή μου βγαίνει πάντα αυθόρμητα: Όχι, κανείς, αφού στην πραγματικότητα αδυνατώ (κι ούτε που θέλω άλλωστε) να νομιμοποιήσω την κριτική μου, αδυνατώ να εμπεδώσω την ιδέα του κρίνειν, την ηθελημένη επιλογή ανάμεσα σε δύο πόλους τον θετικό και τον αρνητικό.
Μην μπερδευτείτε, όμως. Μέσω της αδυναμίας μου, τιμώ και θαυμάζω απεριόριστα τους κριτικούς γιατί θεωρώ ότι στέκονται σε μια διασταύρωση. Βρίσκονται, ακριβώς στον χιασμό επιστημοσύνης και ποιητικής, μόνο που, νομοτελειακά, η επιστημολογία ανάγεται στο ισχυρό μέλος του χιασμού και (υποκλέπτοντας από την ποιητική το όπλο της, τη ρητορική) αντί να επικοινωνεί έναν νόημα, κοινωνεί ένα επι-νόημα (που θα έλεγε και ο Βέλτσος, -θα σας πεθάνω στα λινκάκια, σήμερα, πάρτε το απόφαση).
Κι αυτά που διαβάζεις, ακούς, βλέπεις και συστήνεις ή αποτρέπεις τους φίλους/ες σου από το να κάνουν το ίδιο? Συνιστούν κριτική? Μπααα! Εγώ το ονομάζω προτίμηση και αυτό στέκεται σε ένα άλλο σταυροδρόμι. Αυτό της εμπειρίας και της μοναδικότητας μου. Μπορεί οι προτιμήσεις μου να αντιφάσκουν αισθητικά, να χάσκουν νοηματικά, ν’ απειλούν ή να δυσαρεστούν την ατομικότητα άλλων και κυρίως να πρήζουν τον καλό μου, αλλά η απάρνησή τους αντιτίθεται στην ηθική επιταγή της αυτονομίας μου –λέω, τώρα εγώ (και συμφωνεί μαζί μου και ο παλαιός των διανοητών ο Derrida). Έτσι λοιπόν, έχω μια λίστα δίπλα στα ποστ μου με τη γνώμη μου γι αυτά που διαβάζω, όπου κάθε κρίση μου παραμένει αυθαίρετη και αναιτιολόγητη μη διεκδικώντας αξία θεσφάτου, περιχαράσσοντας ωστόσο τη μοναδικότητά μου.
Εκεί, λοιπόν, πάνω-πάνω στη λίστα εδώ και κάνα τεσσάρι-πέντε μέρες βρίσκεται η Ντία Μέξη-Τζόουνς με την Πηνελόπη και τον Τζόνι της κι ενώ είχα αποφασίσει απλά να τους ταξινομήσω με όλη τη χαρά που μου πρόσφερε η ανάγνωσή τους, τελικά κάτι (που είπε η Penelope, αλλά δεν το ομολογώ, έτσι κι αλλιώς αυτή ξέρει) με κάνει να θέλω να γράψω κάτι παραπάνω. Όχι εν είδει κριτικής (αφού θεωρώ ότι δεν διαθέτω ούτε τα επιστημονικά φόντα, ούτε την ηθική νομιμοποίηση ν’ αξιολογήσω και να ταξινομήσω ένα έργο) αλλά σαν ένα ποστ διαλόγου με τη φίλη μου, σαν ένα ποστ ένταξης σε μια λέσχη ανάγνωσης (που εγκαινίασε ο Ντροπαλός) του έργου της κας. Μέξη-Τζόουνς, όπου συζητώντας για τον Τζόνι, αποδεχόμενοι τη μυθοπλασία του Τζόνι, διαπιστώνουμε ότι αναγιγνώσκουμε και γράφουμε διαφορετικά, πιθανά μιλώντας και για διαφορετικά πράγματα.
Το "Ο Τζόνι κι εγώ" είναι ένα κείμενο με αυτοβιογραφικές προεκτάσεις που στέκεται ανάμεσα στη μυθοπλασία και την αυτοαναφορά κι έτσι, αν με ρωτάτε –που δε με ρωτάτε, αλλά θα σας πω anyhow–απαιτεί μια σπειροειδή κατανόηση, μια αναγνώριση των κειμενικών του λειτουργιών και όχι μια ερμηνεία (όπως μας ματα-ξανα-λέει ο μπερδεμενομπερδευτικός Βέλτσος). Η Penelope, η διαδικτυακή περσόνα της κας Ντίας Μέξη Τζόουνς (που για μένα την αντικαθιστά –χωρίς να την υποκαθιστά– αφού η διαδικτυακή της υπογραφή, με την οποία τη γνώρισα, αυτονομήθηκε –όπως ήταν προορισμένη να κάνει– από τον/την κάτοχό της σε μια αδιάλειπτη περιπλάνηση) σε ένα βιβλίο-ημερολόγιο, με γραμμική εξέλιξη (μεγάλη ανακούφιση, μετά απ' όλα αυτά τα διακειμενικά και α-χρονικά μεταμοντέρνα που με/μας -αν θέλετε- κατατρύχουν) και που συνεχώς παραπέμπει στον εαυτό του, απλώνει τον μύθο της σε τρεις άξονες:
Της ανατροπής –κι αν η Οδύσσεια ήταν Πηνελοπιάδα?
Της γλώσσας – η ουσία της γλώσσας γράφεται πάντα σε μια και μοναδική γλώσσα?
Της ταυτότητας –αναγγέλλεται η ταυτότητα, αποδίδεται ή κατακτάται?
Η ανατροπή απαντά στη ρήση ενός σπουδαίου φιλοσόφου (νομίζω του Χάρρυ Κλυνν) τη δεκαετία του 80, ότι η δυστυχία του Έλληνα είναι ότι είναι ένας άνθρωπος-αλλού. Όπου και να βρίσκεται θέλει να βρεθεί κάπου αλλού. Και σ’ αυτή την περιπλάνηση υπάρχει πάντα πίσω μια υφαίνουσα-ξεϋφαίνουσα Πηνελόπη στην αναμονή. Αν όμως...
Αν αντί για τον Οδυσσέα ταξίδευε για το αλλού η Πηνελόπη, πώς θα είχε εξελιχθεί το ομηρικό έπος? Αν η Ωγυγία δεν ήταν στη Μεσόγειο, αλλά στον Ατλαντικό κι αν η Καλυψώ ήταν Τζόνι, πώς θα είχε εξελιχθεί η ιστορία του σεβάσμιου επικού?
Η περιπλάνηση της Πηνελόπης είναι μια θηλυκή απάντηση κατανόησης απέναντι στον επεκτατισμό, τον θάνατο και τον ιμπεριαλισμό της περιπλάνησης του Οδυσσέα. Η Πηνελόπη δεν αντιμάχεται τους Λωτοφάγους, τους προσφέρει τις συνταγές της, δεν τυφλώνει τους Κύκλωπες, τους αναγκάζει να σωπάσουν, δεν κλέβει τα βόδια του Ήλιου, τα ανταλλάσσει με τα καλούδια της θείας και της μητέρας της. Η Πηνελόπη δε χώνει το σπαθί της στο λαιμό της Κίρκης για να λύσει τα μάγια της, χώνει το αλβιονάκι στην αγκαλιά του Τζόνι. Δεν διεκδικεί την επιστροφή της σπίτι (που έτσι κι αλλιώς δεν είναι σίγουρη αν είναι η Ωγυγία ή η Ιθάκη), δεμένη στο κατάρτι για να αποφύγει τη γοητεία των Σειρηνών, κατεβαίνει απ’ το πλοίο και επιβάλλει τη δική της γοητεία συνομιλώντας στη γλώσσα τους.
Μια γλώσσα, που το εκπληκτικό παιχνίδι της Penelope με τη μορφή και το περιεχόμενο (η φωνητική απόδοση των λέξεων της Αλβιόνας), την αδειάζει από το νόημά της. Η απώλεια της λατινικής μορφής της λέξης, εξατμίζει το σημαινόμενό της. Στο κείμενο της, η Penelope γίνεται η Βαβέλ, (που δεν είναι το όνομα του πύργου, όπως μαθαίναμε παιδιά, αλλά έτσι ονομάζει ο Θεός τον εαυτό του την στιγμή που καταστρέφει τον πύργο –της νόησης– για να επιβάλλει τη γλωσσική διαφορά) και μεταφέρει τις λέξεις της Αλβιόνας στην Ελλάδα, μετατρέποντας τες σε κενά σημαινόμενα.
Η ελληνική μορφή μεταγράφει το βρετανικό νόημα (με την έννοια της νοητικής κατασκευής) αφ' ενός ομολογώντας τη διαφυγή του, αφ' ετέρου παραπέμποντας στο βαθύτερο φόβο της απώλειας του ίχνους της γλώσσας που ενώ δίνει τη μορφή αφήνεται πίσω. Το νόημα της Αλβιόνας αενάως διαφεύγει από την Penelope ενώ την ίδια στιγμή υφέρπει εντός της, αποζητώντας να γεμίσει το κενό της λησμονούμενης γλώσσας. Κι έτσι, η Ελληνίδα πλάνης (για την οποία θα ήτο υπερήφανος ο σοφός εκλιπών Derrida) ταλαντεύεται ανάμεσα στα δυο νοήματα που κομίζουν εναλλάξ το διαβατήριο και η ταυτότητα.
Μια αμφιβάλλουσα ταυτότητα, η οποία με το (επίσης) πολύ έξυπνο εύρημα του πιο προσωπικού εγγράφου της Penelope, που πότε εμφανίζεται πότε εξαφανίζεται αναδεικνύει τον ενδότερο φόβο της Penelope: την απομάκρυνση από τον ίδιο τον εαυτό της. Κάθε φορά που η ταυτότητα αναγγέλεται, κάθε φορά που οριοθετείται η ένταξη, λαμπιόνια που αναβοσβήνουν μες στο μυαλό της Penelope σχηματίζουν τη φράση: προσοχή παγίδα. Η διστακτικότητα της Penelope για το πού θα σταθεί το εκκρεμές της ζωής της μετατρέπεται σε κρίση ταυτότητας που φτάνει να την απειλεί με το πρόσωπο μιας άλλης στην ταυτότητα της.
Και φυσικά, η οριστική στάση του εκκρεμούς έρχεται με το παιδί. Η Penelope διαιρείται, αποκτά τον έτερο εαυτό, τον άλλο (στην περιπτωσή της την άλλη) πέρα από τον εαυτό. Κι αυτή η άλλη, το αλβιονάκι της, αγκυρώνει την Penelope στο χώμα της Αλβιόνας. Η ταυτότητά της τής προτείνεται από τον τόπο και τον χρόνο, αλλά εμπεδώνεται, τελικά, από τον καρπό της., από την ίδια. Η Penelope και το αλβιονάκι τη στιγμή που βρίσκουν η μια την άλλη κάνουν και ένα δώρο η μία στην άλλη. Στο αλβιονάκι, προσφέρεται μια αμβλύνουσα τη βρετανικότητα, συσσωρευμένη κληρονομιά 3000 ετών (αδειασμένη επάνω της με το όνομα Σοφία), από τη μητέρα, τη γιαγιά, τη θεία και μια μακριά σειρά γυναικών της γενιάς της που φτάνει ως τη μυθική Πηνελόπη, την ίδια στιγμή που το αλβιονάκι προσφέρει στη μητέρα της τη ρίζα. Το αλβιονάκι χαρίζει στην Penelope το χώμα της Αλβιόνας, του Τζόνι, του αδερφού, του πατέρα, του παππού και μιας μακριάς σειράς ανδρών της γενιάς της που φτάνει ως τον δυσοίωνο Beowulf.


p.s. I would like to thank very much my dear friend Meniek for her time and effort she spent writing this amazing review about ‘The Penelopiad’! She made me feel like rubbing shoulders with Margaret Atwood !!!

Thursday, November 13, 2008

What they say about 'Johnny and Me part 5

…της Ντίας-Μέξη Τζόουνς. Το βιβλίο αυτό σε μορφή ημερολογίου, εάν εκτιμώ σωστά η περίοδος είναι φθινόπωρο του 2004 με λήξη ημερολογιακού καλοκαιριού του 2005, περιγράφει την ζωή ενός ελληνοαγγλικού ζευγαριού σε μια κωμόπολη στην Αγγλία από την οπτική της Πηνελόπης Φωκά-Bennett (alter ego της συγγραφέως; ) την προσπάθεια προσαρμογής της στον περίεργο για τους Έλληνες αγγλικό τρόπο ζωής μέχρι το σημείο, όπου λαμβάνει την αγγλική ιθαγένεια και γίνεται και «τυπικά» Αγγλίδα. Γράφω «τυπικά», διότι η ηρωίδα δεν γκρινιάζει απλώς για την διαφορετικότητα της νέας της πατρίδας αρνούμενη κάθε αλλαγή, αλλά προσπαθεί ειλικρινά να προσαρμοστεί, χωρίς, όμως, και να χάσει ό,τι την συνδέει με την πατρίδα, όπου μεγάλωσε. Δεν είναι λοιπόν, ούτε η μίζερη, που θα βρει τα πάντα λάθος, αλλά ούτε και η «τουρίστρια», που εξιδανικεύει το ξένο και τις διαφημιστικές του απεικονίσεις. Ίσως, λοιπόν, η ονομασία της ηρωίδας ως Πηνελόπη Φωκά πριν από τον γάμο της να μην είναι τυχαία. Η μυθολογική Πηνελόπη, από βασιλική γενιά της Σπάρτης και ξαδέλφη της ωραίας Ελένης και της Κλυταιμνήστρας, γίνεται σύζυγος του Οδυσσέα και αποκτά μόνιμους δεσμούς με την νέα της πατρίδα (αλήθεια, πόσοι πολλοί μπορούν να συνδέσουν την Πηνελόπη με την ιστορία της πριν τον γάμο της με τον Οδυσσέα και την αναμονή να επιστρέψει από την Τροία; ). Έτσι και η ηρωίδα Πηνελόπη. Πηνελόπη Φωκά για την ακρίβεια σε ηθελημένες ή αθέλητες αναφορές στον μύθο, στο Βυζάντιο και στο κεφαλληνιακό παρακλάδι του Libro d’ Oro.
Ενδεχομένως να μού φαινόταν οικειότερο ένα βιβλίο της μορφής…η Λώρα και εγώ, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν βρήκα καμιά δυσκολία να το διαβάσω και το καταδιασκέδασα.
Όσοι έχουμε ζήσει ως φοιτητές στην Αγγλία, ή έστω έχουμε πάει ως τουρίστες εκεί θα βρούμε γνώριμα στοιχεία: τις διπλές βρύσες, την χλιαρή μπύρα, τον Χριστουγεννιάτικο στολισμό, ενώ δεν έχει τελειώσει καλά καλά το καλοκαίρι. Θα συλλογισθούμε και τις αλλαγές, που έχουν γίνει και εδώ: διότι μπορεί να μάς φαίνεται παράξενο, όπου τα Χριστουγεννιάτικα βγαίνουν από τον Σεπτέμβριο, αλλά και εδώ έχει παρέλθει ο καιρός, όπου τα Χριστουγεννιάτικα έκαναν δειλά την εμφάνισή τους στα Νικολοβάρβαρα. Τώρα εμφανίζονται αρκετά νωρίτερα.
Όπως παρουσιάζεται το βιβλίο, δεν πρόκειται μόνο για μία περίπτωση διαφορετικών πολιτισμών, που πρέπει να βρουν ένα modus vivendi, αλλά πολιτισμών απολύτως αντιθέτων μεταξύ τους. Φαντάζομαι αυτό θα γίνεται και για χάρη του αστείου της αφήγησης. Παρεμβατική οικογένεια, έστω προσπάθειες ακόμα και από μακριά, έναντι διακριτικής (εάν και αυτή έχει τις ανησυχίες της με τον άσωτο έτερο υιό), ώριμη πολυπολιτισμική κοινωνία (χωρίς να παρουσιάζεται εξιδανικευμένα) έναντι μίας που τώρα προσπαθεί να πορευθεί πολυπολιτισμικά, συνδυασμός της παράδοσης και του μοντέρνου, έναντι απώλειας προσανατολισμού, διακριτικότητα έναντι κουτσομπολιού αυτοσυγκράτηση έναντι ανεξέλεγκτης πορείας με βάση τα συναισθήματα. Πανικός και εκμετάλλευση της εγκυμοσύνης εδώ, χαλαρότητα εκεί. Σαπουνόπερες, που δείχνουν την ζωή των πλουσίων εδώ, σαπουνόπερες, που δείχνουν την ζωή των γειτόνων τους εκεί, αφού είναι πολύ διακριτικοί για να ρωτήσουν.
Δεν εξιδανικεύει, πάντως, την νέα της πατρίδα η συγγραφέας και ο Τζόνι φαίνεται να τρομάζει και να γοητεύεται ταυτόχρονα με την ελληνική χαλαρότητα και την ευκολία έκφρασης των συναισθημάτων. Εξάλλου, πολλές φορές η διακριτικότητα δεν τους αφήνει καν να χαρούν τους κήπους τους και χρειάζεται ένας Έλληνας για να τους το δείξει. Ακόμα και η γραφειοκρατία κάνει τα λάθη της. Υπάρχουν, όμως, σημεία στα οποία πρέπει να προβληματισθούμε. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του πικ νικ. Δεν είναι ότι η ηρωίδα πήγε με το ταπεράκι και τα πλαστικά πιάτα, όταν οι άλλοι πήγαν με καλάθια και ειδικά επί τούτω σερβίτσια. Είναι η παρατήρησή της για το πώς δίνουν προστιθέμενη ποιοτική και αισθητική αξία στην φύση, όταν εδώ θα αδιαφορήσουμε παντελώς για αυτή. Αντιστοίχως και η βόλτα υπό βροχή στην προκυμαία. Θα φροντίσουν να την χαρούν, με την μάνα της ηρωίδας να μιζεριάζει, όπως μιζεριάζουμε οι περισσότεροι Έλληνες, όχι μόνο υπό βροχή αλλά και σε υπέροχη ευδία.
Με λίγα λόγια είναι ένα όμορφο και ευχάριστο βιβλίο, το οποίο κυλά εύκολα και ενώ θα σε κάνει να γελάσεις δεν είναι ρηχό, αλλά δημιουργεί και προβληματισμούς.
Η επίκαιρη μετάφραση: Ανά το βιβλίο η συγγραφέας, δίνει κλασσικές αγγλικές λέξεις και εκφράσεις και την (πλησιέστερη) απόδοσή τους στα ελληνικά. Κάπου υπάρχει και ο όρος golden boy, τον οποίο αποδίδει ως «το καμάρι» και όχι ως «χρυσό αγόρι».


A review by Dropalos
I would like to thank Dropalos for reading my book and writing this cool review!